Tου Παντελη Μπουκαλα
Είχε το χάρισμα να παίζει τον εαυτό του δίχως να τον παριστάνει και να δίνει τη βέβαιη αίσθηση της φυσικότητας ακόμα κι όταν πρωταγωνιστούσε σε ακραίες, εξωπραγματικές καταστάσεις. Και, χάρισμα πάνω στο χάρισμα, ενώ ήταν ο ξεχωριστός εαυτός του, το απλό και αυτοσχεδιαστικό παίξιμό του, που συχνά-πυκνά παρέκαμπτε τα σενάρια και ανέτρεπε τις σκηνοθετικές οδηγίες, επέτρεπε ..........
σε αναρίθμητους ανθρώπους να ταυτίζονται μαζί του, να τον νιώθουν δικό τους, γέλιο από το γέλιο τους και στενοχώρια από τη στενοχώρια τους.
Οσο θυμάμαι, χάρη και στις αλλεπάλληλες τηλεοπτικές προβολές τους, ελάχιστες από τις ταινίες όπου πρωταγωνίστησε ο Θανάσης Βέγγος ήταν καθαρές κωμωδίες, και πάντως δεν χρωστάει σ’ αυτές τη σταθερότατα υψηλή δημοτικότητά του, για την οποία δεν φρόντισε καθόλου, με επικοινωνιακά τρυκάκια και άλλα ευτελή. Στα περισσότερα φιλμ, το γέλιο ρίζωνε στη μελαγχολία του ήρωα, ο οποίος, απτόητος παρά τα βάσανα και το κουπί που ακατάπαυστα τραβούσε, δεν λύγιζε ποτέ, όσο κι αν τον εξουθένωνε η συνθήκη του βίου του. Ηταν, δηλαδή, αυτό που θα θέλαμε να είμαστε όλοι όταν ζοριζόμαστε από τα πράγματα: ανθεκτικοί στις αλλεπάλληλες δυσκολίες και, ακόμα πιο δύσκολο, ανεκτικοί με τους γύρω μας, ακόμα και με τους κακότροπους και με τα παράσιτα. Η μια δουλειά μετά την άλλη, λοιπόν, και τρέξιμο, ασταμάτητο τρέξιμο, για να βγει τίμια και με αξιοπρέπεια ο επιούσιος και ταυτόχρονα να μη μείνει αβοήθητο το σόι, συνήθως πολυάριθμο και ραχατλίδικο. Αν θέλουμε να δώσουμε ταυτότητα και ονοματεπώνυμο στη λέξη «βιοπαλαιστής», το πρόσωπο του Βέγγου έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό μας. Με τον άλλο ήρωα της φυλής, τον Καραγκιόζη, με τις πονηριές του, δηλαδή, δεν είχε μεγάλη συγγένεια. Μπορεί, ζυγίζοντας με τους δικούς τους αυστηρούς όρους, οι κινηματογραφολόγοι να συμπεράνουν ότι στη γενιά του Θανάση Βέγγου υπήρξαν ηθοποιοί με μεγαλύτερη γκάμα από τη δική του. Ιδιος στο ασπρόμαυρο ξεκίνημά του και στην έγχρωμή συνέχειά του, έδειξε να συναντάει δυσκολίες όταν η πηγαία λαϊκότητά του έπρεπε είτε να περισταλεί είτε να αυτοδιαφημιστεί, σε ρόλους, δηλαδή, όπου πια καλούνταν όχι να είναι ο εαυτός του, αλλά να συμβολίζει τον εαυτό του, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί στις αυτοσχεδιαστικότερες ταινίες του. Το αυτοδίδακτο βάθος του όμως δεν χρειαζόταν κανένα λούστρο, ακριβώς όπως η αξιοσύνη του δεν χρειαζόταν καμία διαφήμιση, κανένα επικοινωνιακό τέχνασμα. Πολλοί θα είναι αυτοί, ας πούμε, που θα μάθουν μόλις τώρα, με τον θάνατό του και από τα σχετικά αφιερώματα, πόσο πλήρωσαν και ο πατέρας του και ο ίδιος για την πολιτική επιλογή τους και για τις ιδέες τους. Αλλά ακριβώς αυτή η ευγενική σιωπή διαμόρφωσε τον χαρακτήρα που έλαμψε στο πανί. Δεν χρειάστηκε να σπουδάσει την τέχνη του ο Βέγγος για να νιώσει τι στ’ αλήθεια σημαίνει ηθοποιός.
kathimerini
Είχε το χάρισμα να παίζει τον εαυτό του δίχως να τον παριστάνει και να δίνει τη βέβαιη αίσθηση της φυσικότητας ακόμα κι όταν πρωταγωνιστούσε σε ακραίες, εξωπραγματικές καταστάσεις. Και, χάρισμα πάνω στο χάρισμα, ενώ ήταν ο ξεχωριστός εαυτός του, το απλό και αυτοσχεδιαστικό παίξιμό του, που συχνά-πυκνά παρέκαμπτε τα σενάρια και ανέτρεπε τις σκηνοθετικές οδηγίες, επέτρεπε ..........
σε αναρίθμητους ανθρώπους να ταυτίζονται μαζί του, να τον νιώθουν δικό τους, γέλιο από το γέλιο τους και στενοχώρια από τη στενοχώρια τους.
Οσο θυμάμαι, χάρη και στις αλλεπάλληλες τηλεοπτικές προβολές τους, ελάχιστες από τις ταινίες όπου πρωταγωνίστησε ο Θανάσης Βέγγος ήταν καθαρές κωμωδίες, και πάντως δεν χρωστάει σ’ αυτές τη σταθερότατα υψηλή δημοτικότητά του, για την οποία δεν φρόντισε καθόλου, με επικοινωνιακά τρυκάκια και άλλα ευτελή. Στα περισσότερα φιλμ, το γέλιο ρίζωνε στη μελαγχολία του ήρωα, ο οποίος, απτόητος παρά τα βάσανα και το κουπί που ακατάπαυστα τραβούσε, δεν λύγιζε ποτέ, όσο κι αν τον εξουθένωνε η συνθήκη του βίου του. Ηταν, δηλαδή, αυτό που θα θέλαμε να είμαστε όλοι όταν ζοριζόμαστε από τα πράγματα: ανθεκτικοί στις αλλεπάλληλες δυσκολίες και, ακόμα πιο δύσκολο, ανεκτικοί με τους γύρω μας, ακόμα και με τους κακότροπους και με τα παράσιτα. Η μια δουλειά μετά την άλλη, λοιπόν, και τρέξιμο, ασταμάτητο τρέξιμο, για να βγει τίμια και με αξιοπρέπεια ο επιούσιος και ταυτόχρονα να μη μείνει αβοήθητο το σόι, συνήθως πολυάριθμο και ραχατλίδικο. Αν θέλουμε να δώσουμε ταυτότητα και ονοματεπώνυμο στη λέξη «βιοπαλαιστής», το πρόσωπο του Βέγγου έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό μας. Με τον άλλο ήρωα της φυλής, τον Καραγκιόζη, με τις πονηριές του, δηλαδή, δεν είχε μεγάλη συγγένεια. Μπορεί, ζυγίζοντας με τους δικούς τους αυστηρούς όρους, οι κινηματογραφολόγοι να συμπεράνουν ότι στη γενιά του Θανάση Βέγγου υπήρξαν ηθοποιοί με μεγαλύτερη γκάμα από τη δική του. Ιδιος στο ασπρόμαυρο ξεκίνημά του και στην έγχρωμή συνέχειά του, έδειξε να συναντάει δυσκολίες όταν η πηγαία λαϊκότητά του έπρεπε είτε να περισταλεί είτε να αυτοδιαφημιστεί, σε ρόλους, δηλαδή, όπου πια καλούνταν όχι να είναι ο εαυτός του, αλλά να συμβολίζει τον εαυτό του, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί στις αυτοσχεδιαστικότερες ταινίες του. Το αυτοδίδακτο βάθος του όμως δεν χρειαζόταν κανένα λούστρο, ακριβώς όπως η αξιοσύνη του δεν χρειαζόταν καμία διαφήμιση, κανένα επικοινωνιακό τέχνασμα. Πολλοί θα είναι αυτοί, ας πούμε, που θα μάθουν μόλις τώρα, με τον θάνατό του και από τα σχετικά αφιερώματα, πόσο πλήρωσαν και ο πατέρας του και ο ίδιος για την πολιτική επιλογή τους και για τις ιδέες τους. Αλλά ακριβώς αυτή η ευγενική σιωπή διαμόρφωσε τον χαρακτήρα που έλαμψε στο πανί. Δεν χρειάστηκε να σπουδάσει την τέχνη του ο Βέγγος για να νιώσει τι στ’ αλήθεια σημαίνει ηθοποιός.
kathimerini
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου