Πριν από μόλις ένα μήνα ήταν το σενάριο της φρίκης: αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδος και οικειοθελής αποχώρηση από το ευρώ. Το διαβάζαμε στις στήλες των ξένων εφημερίδων, αλλά το θεωρούσαμε υπόθεση εργασίας. Οι επαΐοντες δεν του έδιναν περισσότερες πιθανότητες από 5%. Εκτοτε, όμως, η κατάσταση εξελίχθηκε ραγδαία. Η προσφυγή της χώρας στον μηχανισμό στήριξης δεν ανέστρεψε το κλίμα στις διεθνείς αγορές. Αντιθέτως, ανέδειξε ακόμη περισσότερο τους παράγοντες που δυσχεραίνουν την πορεία προς την εξυγίανση της οικονομίας: έναν κρατικό μηχανισμό που αντιστέκεται στις αναγκαίες προσαρμογές και έναν πολιτικό κόσμο απρόθυμο να στερηθεί την πηγή της ισχύος του, που δεν είναι άλλη από τον υπερτροφικό δημόσιο τομέα. Επιπλέον, προστέθηκε στην εικόνα και ο κίνδυνος της κοινωνικής αναταραχής.
Παρ’ όλ’ αυτά, εμείς πιστέψαμε ότι θα μας σώσουν, επειδή είχαμε δήθεν την πονηριά να καταστήσουμε ευρωπαϊκό το ελληνικό πρόβλημα. Μετά βίας συγκρατηθήκαμε να μην πανηγυρίσουμε, όταν εγκρίθηκε το δάνειο των 120 δισ. για χάρη μας. Αρχισαν τότε, κάπως δειλά, οι υποστηρικτές της κυβέρνησης να εγκωμιάζουν την ..........
ορθή στρατηγική της κυβέρνησης να κάνει το δικό μας πρόβλημα δικό τους, (λες και δεν ήταν αυτό που κάναμε πάντα με την Ευρώπη...). Δεν έλειψαν και κάποιοι αριστεριστές του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι τον επέκριναν μάλιστα, επειδή δεν χειρίστηκε το ζήτημα με την τυχοδιωκτική θρασύτητα, που θα είχε επιδείξει σε ανάλογη περίπτωση ο ιδρυτής του κινήματος.
Δεν προλάβαμε όμως να χαρούμε για πολύ τον σχετικό «θρίαμβό» μας. Προτού το καταλάβουμε, το πρόβλημα είχε όντως γίνει ευρωπαϊκό. Οι αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας ήταν πλέον μια λεπτομέρεια της εικόνας και η προσοχή εστιάσθηκε στις αδυναμίες του κοινού νομίσματος. Η δημιουργία ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης του ευρώ, με κεφάλαια 750 δισ., δεν απέτρεψε την πίεση των αγορών στις χώρες της Ιβηρικής, που προχώρησαν εσπευσμένως στη λήψη ακόμη σκληρότερων μέτρων για τον περιορισμό των ελλειμμάτων τους. Σχεδόν ταυτοχρόνως, παραδεχθήκαμε και το πρωθύστερον της δημιουργίας του ευρώ, ξεκινώντας τη συζήτηση για την ανάγκη κοινής οικονομικής διακυβέρνησης στη Ζώνη του Ευρώ.
Αλλά και η λύση αυτή έχει κυρίως θεωρητική αξία, διότι την πραγματοποίησή της εμποδίζουν διαφορές κουλτούρας και ιστορικής εμπειρίας μεταξύ των ευρωπαϊκών λαών. Πώς θα πεισθεί ο Ελληνας να γίνει περισσότερο Γερμανός, όταν γι’ αυτόν προέχει η πολιτική και κοινωνική σταθερότητα, έστω και αν την εξασφάλισε με δανεικά; Και πώς θα πεισθεί ο Γερμανός να γίνει περισσότερο Ελληνας, όταν η απόλυτη προτεραιότητά του είναι μην ξαναδεί τις οικονομίες μιας ζωής να εξανεμίζονται, όπως έγινε το 1929; Επιπροσθέτως, είναι και η πρακτική δεκαετιών, στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ενωση, που δεν ευνοεί την ελπίδα της κοινής οικονομικής διακυβέρνησης. Οι αποφάσεις λαμβάνονται μέσω μιας διαδικασίας «quid pro quo» μεταξύ εθνικών συμφερόντων, η οποία δεν οδηγεί στην σταδιακή συγχώνευση των εθνικών συμφερόντων, αλλά μάλλον στην περιχαράκωσή τους.
Φθάσαμε στο σημείο το ευρώ να αντιμετωπίζεται από τις διεθνείς αγορές με επιφυλακτικότητα και το νόμισμα που κάποτε το αποκαλούσαν «μεταμφιεσμένο μάρκο» τώρα το περιγράφουν ως «μεταμφιεσμένη δραχμή». Αν επικρατήσει αυτή η τάση, η διάσωση της Ελλάδος χάνει εντελώς την αρχική σημασία της. Και αν εμείς, εδώ στην Ελλάδα, είμαστε διατεθειμένοι να βυθιστούμε όλοι μαζί, επειδή κανείς μας δεν θέλει να υποχωρήσει σε τίποτε, δεν σημαίνει ότι θα κάνουν το ίδιο και οι ισχυρές οικονομίες της Βόρειας Ευρώπης για να βυθιστούν μαζί με τον Νότο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γιόζεφ Ακερμαν της Deutsche Bank μίλησε ευθέως για το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Τέτοιες κουβέντες δεν ξεφεύγουν εύκολα από έναν τραπεζίτη του δικού του βεληνεκούς, πολύ περισσότερο αν έχει φορτωθεί και 40 δισ. του ελληνικού χρέους. Είναι φανερό ότι κάπως έχει προετοιμαστεί για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Επανέρχεται, λοιπόν, το σενάριο της φρίκης, τούτη τη φορά με πολύ περισσότερες πιθανότητες. Αν η κυβέρνηση συνεχίσει με τους ίδιους ρυθμούς (έρχεται και το καλοκαίρι...) και, συγχρόνως, επιδεινωθεί η κατάσταση του ευρύτερου συνόλου στο οποίο μετέχει η Ελλάδα, ενδέχεται τον Σεπτέμβριο κιόλας να έχουμε μπροστά μας δύο επιλογές: είτε να ζητήσουμε από τους δανειστές να δεχθούν λιγότερα από αυτά που τους οφείλουμε είτε να τους ζητήσουμε περισσότερο χρόνο για την αποπληρωμή. Αν συμβεί αυτό, μην περιμένετε ότι θα βρεθεί κυβέρνηση να εφαρμόσει, λ.χ., μείωση μισθών κατά 60%. Η μόνη δυνατότητα που θα έχει θα είναι να αναγγείλει την αποχώρηση της Ελλάδος από το ευρώ, την επιστροφή της στη δραχμή και την άμεση υποτίμησή της. Ουαί κι αλίμονο, δηλαδή...
Δεν ξέρω αν η κυβέρνηση ανησυχεί με όλα αυτά, πάντως δεν το δείχνει: «Καταφέραμε η Ελλάδα να μη χρεοκοπήσει και εγγυώμεθα πορεία σταθερότητας και ανάπτυξης», είπε την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή ο Γιώργος. Αν, πράγματι, το πιστεύει, καλό θα ήταν η Ενωσις Ελλήνων Εφοπλιστών να προσθέσει στους περίπου 350 παραλήπτες της εγκυκλίου 6625 και την κυβέρνηση. Πρόκειται για την εγκύκλιο με την οποία καθίσταται υποχρεωτική από 1ης Ιουλίου η εφαρμογή του κανονισμού ΙΙΙ/7.2.5 της Διεθνούς Συμβάσεως SOLAS (Safety of Life at Sea), βάσει της οποίας όλα τα πλοία οφείλουν να περιλάβουν στον εξοπλισμό τους και «ατομικά σωσίβια μελών πληρώματος με βάρος άνω των 140 kgr και περιφέρεια στήθους 1,75 μ.». Ουκ ολίγα μέλη της κυβέρνησης θα χρειασθούν σωσίβια με αυτές τις προδιαγραφές. Ο ίδιος ο Γιώργος δεν έχει ανάγκη – εκτός του ότι είναι «fit», θα χρησιμοποιήσει το κανό του...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου